Back

Την Τρίτη 25/06 πάμε Τσεσμελίδικα – Αναβιώνει το έθιμο του Κλήδονα της Σταματίας

Descriptive alt text
Διάρκεια ανάγνωσης: 5 λεπτά

Οι φωτιές του Αϊ Γιαννιού ανάβουν στα Τσεσμελίδικα της Νέας Μηχανιώνας το απόγευμα της Τρίτης 25 Ιουνίου και αναβιώνει το έθιμο του Κλήδονα της Σταματίας.

Ο Σύλλογος Αγιοπαρασκευούσιων και Τσεσμελήδων Νέας Μηχανιώνας «Το Γυαλουδάκι» αναβιώνει το έθιμο του Κλήδονα της Σταματίας την Τρίτη 25 Ιουνίου στις 20:00 στα Τσεσμελίδικα στη Ν. Μηχανιώνα, οδός Αγίας Παρασκευής και Δημ. Καραολή.

Μικροί και μεγάλοι θα απολαύσουν ζωντανή μουσική από τους Σταύρο Κούπα, Φώτη Λέφα και Παναγιώτη Βερνάρδο ενώ δεν θα λείπει και «Ο Καραγκιόζης και το μαγεμένο δεντρί» από το Σκιάς Όναρ με τον Καραγκιοζοπαίχτη Δημήτρη Καρόγλου.

Στη Νέα Μηχανιώνα αναφέρεται ως «ο Κλήδονας της Σταματίας», τιμής ένεκεν στην κυρία Σταματία, η οποία διοργάνωνε τις τελετουργίες και έλεγε τα στιχάκια, δηλαδή τα λόγια του Κλήδονα. Έτσι, έμεινε η φράση της γειτονιάς «Να πάμε στης Σταματίας για τον Κλήδονα».

Το έθιμο του Κλήδονα

Το όνομα Κλήδονας προέρχεται από το αρχαίο «κλήδων» που σημαίνει «μάντεμα», «προφητεία» και εντοπίζεται σύνδεση με την ομηρική όσσα (δηλ. φήμη). Ο προγνωστικός ήχος, και κατ’ επέκταση το άκουσμα οιωνισμού ή προφητείας, ο συνδυασμός τυχαίων και ασυνάρτητων λέξεων ή πράξεων κατά τη διάρκεια μαντικής τελετής, στον οποίο αποδιδόταν προφητική σημασία.

Στη Σμύρνη γινόταν την ημέρα του Αϊ Γιαννιού του Φανιστή, στις 24 Ιουνίου. Κατά το έθιμο, την παραμονή της γιορτής του Αγίου, άναβαν φωτιές σε όλους τους μαχαλάδες, με αποτέλεσμα να λαμπαδιάζει όλος ο ντουνιάς, γι’ αυτό και τον Άγιο τον έλεγαν επίσης και Λαμπαδιάρη, Λαμπαδιστή ή και Λαμπαδοφόρο.

Ωστόσο, δεν έχει καμία σχέση με την Ορθόδοξη Χριστιανική θρησκεία, αφού είναι ένα έθιμο που διατηρείται από την προχριστιανική εποχή της ειδωλολατρίας. Μάλιστα, είναι ένα ηλιολατρικό έθιμο γιατί με αυτό οι άνθρωποι λάτρευαν τον Θεό Ήλιο (Βαάλ).

Στη Σμύρνη την παραμονή του Αι Γιάννη του Φανιστή, οι φωτιές είχαν την τιμητική τους στα στενοσόκακα σε όλους τους μαχαλάδες. Παιδιά και νταϊφάδες, μάζευαν ξερά χόρτα και κλαδιά από τα τσαΐρια, τους λόφους, τους μπαξέδες και αλλού και τα αράδιαζαν σε τρεις στοίβες. Μετά το άναμμα της φωτιάς μαζεύονταν άνδρες & γυναίκες, νταϊφάδες (δηλ. παλικάρια) & φαντίνες (δηλ. κορίτσια της παντρειάς), καθώς και το παιδομάνι και περνούσαν – πηδούσαν πάνω από τις φωτιές, για το καλό. Μέσα στο γιαγκίνι, οι νοικοκυραίοι πετούσαν το στεφάνι της Πρωτομαγιάς σαν προσάναμμα καθώς και οτιδήποτε άλλο σιλντισμένο (> φθαρμένο) & άχρηστο είχε το κάθε σπιτικό. Όταν, πια έπεφτε η φλόγα, τότε έπαιρναν με την συράνα (φτυάρι) λίγη από την χόβολη μέσα στο σπίτι για να φύγουν οι ψύλλοι.

Όση ώρα οι άνδρες και οι γυναίκες πηδούσαν τις φωτιές έλεγαν: έξω ψύλλοι και κοριοί απ’ της Μαλάμως το βρακί. Το πέρασμα από την μαγική φωτιά, έχει σκοπό την κάθαρση, όπως ακριβώς πίστευαν όλοι οι αρχαίοι λαοί, καίγοντας τις παλιές έγνοιες και παίρνοντας δύναμη, υγεία, τύχη και κάποτε αθανασία.

Εκτός όμως την ευχάριστη γιορταστική ατμόσφαιρα που κυριαρχεί, δεν ξεχνιέται ο κυριότερος τελεστικός σκοπός του Κλήδονα, που είναι οι λογής προβλέψεις για τα μελλούμενα, με πρωταρχικό πάντα ρώτημα ποιος θα είναι και πότε θα έρθει ο σύντροφος που περιμένουμε. Ο κλήδονας ετοιμάζονταν από το πρωί της παραμονής του Αγίου.

Έτσι, στις 23 του Ιούνη κάθε χρόνο, στη Σμύρνη και στις άλλες περιοχές της Μικρασίας, οι φαντίνες (δηλ. τα κορίτσια της παντρειάς) που ήθελαν να μάθουν την τύχη τους (δηλ. ποιόν θα παντρευτούν), ξεκινούσαν τις ετοιμασίες.

Ένα μικρό κορίτσι (που έπρεπε να είναι μοναχοκόρη) ή ένα μικρό αγόρι (που θα έπρεπε να έχει εν ζωή και τους δύο γονείς του), έχοντας στα χέρια του ία πήλινη αμεταχείριστη στάμνα με ανοιχτό – μεγάλο στόμιο, πήγαινε στην πηγή ή στο πηγάδι, για να φέρει το αμίλητο νερό.

Μόλις η υδρία γέμιζε με το νερό, τότε το παιδί σκέπαζε με ένα πεσταμάλι (> δηλ. με ένα αμεταχείριστο τραπεζομάντιλο) το λαιμό της στάμνας και με κάθε προφύλαξη και στα κρυφά μετέφερε το πολύτιμο φορτίο του, ίσα με το σπίτι του κοριτσιού εκείνου, όπου στην αυλή του θα άνοιγε την επόμενη η μέρα ο κλήδονας.

Η προσοχή του παιδιού στρέφονταν στο ότι σε ολάκερη την διαδρομή της μεταφοράς του νερού, δεν θα έπρεπε να μιλήσει σε κανέναν, ακόμη και αν επρόκειτο να προκληθεί από τα γνωστά πειραχτήρια των σοκακιών, τα τσοτζούκια (δηλ. τα μικρά παιδιά) ή από οποιονδήποτε άλλο (που συνήθως ήταν οι νταϊφάδες > δηλ. οι λεβεντονιοί), που βάζανε στοιχήματα να χαλάσουν το αμίλητο νερό.

Μετά την μεταφορά του αμίλητου νερού στο σπίτι της κόρης, όπου την επόμενη μέρα η γεροντότερη θα άνοιγε τον κλήδονα, τα κορίτσια που είχαν συνεννοηθεί μεταξύ τους, αφού έπαιρναν όλες τους από ένα ξεχωριστό αντικείμενο (π.χ. πλουμιστή καρφίτσα, δακτυλίδι, δακτυλήθρα, σκουλαρίκι κλπ.) το έριχναν μέσα στο ανοιχτό στόμιο της στάμνας, που περίμενε υπομονετικά να δεχθεί τα ριζικάρια τους και να ξεδιψάσει έτσι τον κορυζιασμένο πόθο των φαντίνων.

Αμέσως μετά γίνονταν το σφράγισμα της στάμνας. Ένα κόκκινο πανί σφράγιζε το στόμιο και γύρω του περνούσαν κλωνάρια λυγαριάς. Η λυγαριά από τα παλιά εκείνα χρόνια θεωρούνταν πως ήταν το δένδρο που έφερνε γούρι και καλοτυχία σε κάθε ερωτευμένο.

Μπορείς να διαβάσεις:

Το Σάββατο το έθιμο του «Κλήδονα» αναβιώνει στο Αγγελοχώρι

Post a Comment